Τέσσερις κρύες πατούσες, μπρούμυτα ξαπλωμένος ο ένας, ανάσκελα ο άλλος, αλλοπρόσαλλους χορούς σε στρώματα, σε μπάρες, σε γωνίες. Καβγάδες, πονηρά βλέμματα ανάμεσα σε κόσμο, ένα φιλί για καλημέρα, ένα για καληνύχτα. Ο ήχος της κοιλιάς μου σαν τενεκεδένιο κουτάκι αναψυκτικού, εσύ να χασμουριέσαι χωρίς το χέρι σου μπροστά. Δάκρυα, γέλια, φωνές, αγκαλιές, λόγια λόγια, λόγια. Λόγια που γίνονται πράξεις. Να κάθεσαι κάτω απ'το μπαλκόνι να περιμένεις τα ξημερώματα να δεις μια σκιά. Ο καπνός που βγαίνει απ'το τσιγάρο σου, να γαργαλιέσαι στα πλευρά. Να έχω τα ακουστικά σου, να σε πειράζει αλλά να μη το παραδέχεσαι, να το εκμεταλλεύομαι. Μια άβολη στιγμή που μετατρέπεται με ένα γέλιο. Φάρσες, πειράγματα, μια στημένη σκηνή στη βροχή, η αγωνία μας, καλοκαιρινά σχέδια, τα χέρια μου γεμάτα μελανιές, μια ανηφόρα για να σε αγγίξω, μια κατηφόρα γεμάτη ευχαρίστηση. Να είμαι φίλη σου, να μοιράζεσαι, να ακούω την αναπνοή σου. Ένα αμάξι με προσωπικότητα, μια μουσική σύνδεση, η αρχική αμφιβολία, η...